αβροτιμος

αβροτιμος
    ἁβρότιμος
    ἁβρό-τῑμος
    2
    роскошный, пышный
    

(προκαλύμματα Aesch.)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "αβροτιμος" в других словарях:

  • αβρότιμος — ἁβρότιμος, ον (Α) ακριβός και κομψός. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἁβρὸς + τιμή] …   Dictionary of Greek

  • τιμή — Όρος με τον οποίο χαρακτηρίζεται η ποσότητα χρήματος που δίνεται σε αντάλλαγμα αγαθών ή υπηρεσιών ή, πιο συγκεκριμένα, η αξία των αγαθών και των υπηρεσιών εκφραζόμενη σε χρήμα. Συχνά, αντί για τη λέξη τ., προτιμούν να χρησιμοποιούν, ειδικά στην… …   Dictionary of Greek

  • ἁβροτίμων — ἁβροτί̱μων , ἁβρότιμος delicate and costly masc/fem/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»